Τα πάντα για την ελληνική Startup Σκηνή

Πώς ο «πόλεμος» τιμών της Rocket Internet έδιωξε το Taxibeat από την Βραζιλία

Εχθές το Startupper.gr παρουσίασε το πλάνο του συνιδρυτή της Taxibeat Νίκου Δρανδάκη για τη δημιουργία νέων υπηρεσιών που θα μετατρέψουν την εταιρεία σε έναν ευρύτερο οργανισμό μετακινήσεων και παραδόσεων, όπως αυτό ανεφέρθη ακροθιγώς κατά τη διάρκεια του 7ου Startup Grind Athens, αλλά και το «πόλεμο» στο «παρασκήνιο» και στο «παρασκήνιο» μεταξύ των νέων επιχειρηματικών μοντέλων στο χώρο των μετακινήσεων και του ΣΑΤΑ.

Διαβάστε το στο “Taxibeat: Το πλάνο για νέες υπηρεσίες μεταφορών και ο «πόλεμος» με το ΣΑΤΑ

Μία άλλη αναφορά του Νίκου Δρανδάκη κατά τη διάρκεια του Startup Grind Athens που χρήζει ξεχωριστής αναφοράς είναι η απόσυρση της Taxibeat από την αγορά της Βραζιλίας και τους λόγους για τους οποίους συνέβη αυτό.

Στην Βραζιλία, «το πιο ενδιαφέρον εγχείρημά μας, αλλά και η αγορά που μας δημιούργησε τα μεγαλύτερα προβλήματα», όπως χαρακτηριστικώς ανέφερε ο Ν. Δρανδάκης, η Taxibeat «μπήκε» από το καλοκαίρι του 2012, αρχικά προσφέροντας την υπηρεσία της στο Ρίο ντε Τζανέιρο και στη συνέχεια στο Σάο Πάουλο. Σε δύο πόλεις που αριθμούν συνολικά περίπου 35.000 ταξί, ο Ν. Δρανδάκης ανέφερε ότι το Taxibeat ήταν η πρώτη εφαρμογή κλήσης ταξί και πως «για 1,5 χρόνο ανοίξαμε την τοπική αγορά».

Μάλιστα, για την Taxibeat η αγορά της Βραζιλίας ήταν η πρώτη διεθνής επέκταση της εταιρείας. Όπως εξήγησε ο Ν. Δρανδάκης, όταν εμφανίστηκε η εφαρμογή στην Αθήνα και ξεκίνησε να μεγαλώνει, λάμβανε διαρκώς προτάσεις από Έλληνες σε διάφορες πόλεις παγκοσμίως προκειμένου να τον βοηθήσουν να φέρει την εφαρμογή και στο σημείο που βρίσκονταν. “Η πιο σοβαρή πρόταση ήλθρε από δύο Έλληνες στο Ρίο ντε Τζανέιρο που ήθελαν να συνεταιριστούμε και να επενδύσουν σημαντικά. Ήξεραν την αγορά και έβγαζε νόημα να το κάνουμε“, ανέφερε. Μετά τη Βραζιλία, ακολούθησαν λανσαρίσματα και σε άλλες διεθνείς αγορές για το Taxibeat (Παρίσι, Βουκουρέστι, Όσλο, Μεξικό), από τις οποίες σταδιακά αποσύρθηκε. Το Μεξικό ήταν η τελευταία αγορά μαζί με την Βραζιλία στις οποίες η εταιρεία διέκοψε την λειτουργία της και πλέον έχει παρουσία μόνο στην Λίμα του Περού, εκτός της Αθήνας.

Στο αποκορύφωμά της, η Taxibeat – σύμφωνα με τον συνιδρυτή της – έφθασε να βρίσκεται στις κινητές συσκευές σχεδόν 30.000 οδηγών στην Βραζιλία, ενώ η επένδυση ύψους 4 εκατ. δολ. που είχε λάβει η εταιρεία από την Hummingbird Ventures είχε γίνει γνωστό πως είχε ως στόχο την επέκταση της υπηρεσίας και σε άλλες πόλεις της Βραζιλίας εν όψει του επικείμενου – τότε – Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου 2014.

Στη βραζιλιάνικη αγορά δραστηριοποιήθηκαν και άλλες εφαρμογές κλήσης ταξί, οι οποίες πολλές φορές χρηματοδοτήθηκαν με εκατομμύρια δολλάρια.

Ένας, όμως, συγκεκριμένος τοπικός ανταγωνιστής και ο «πόλεμος τιμών» που διεξήγαγε ήταν και ο λόγος που η Taxibeat αποφάσισε να αποσυρθεί από την βραζιλιάνικη αγορά. Ο Ν. Δρανδάκης δεν την κατονόμασε, αλλά πρόκειται για την Easy Taxi η οποία δημιουργήθηκε το 2011 από μία ομάδα Βραζιλιάνων μέσω του θεσμού Startup Weekend, λανσαρίστηκε σε πιλοτική φάση τον Απρίλιο και από τον Οκτώβριο του 2012 έχει χρηματοδοτηθεί με σχεδόν 80 εκατ. δολλάρια, κατά κύριο λόγο μέσα από επενδυτικά σχήματα στα οποία συμμετέχει η Rocket Internet (η γερμανική εταιρεία που δημιουργεί «κλώνους» επιτυχημένων καινοτόμων επιχειρηματικών μοντέλων για την ευρωπαϊκή και τις αναδυόμενες αγορές). Είναι χαρακτηριστικό πως αυτή τη στιγμή η EasyTaxi είναι η μοναδική εφαρμογή με διεθνή παρουσία (είναι κυρίαρχος στην Λατινική Αμερική, ενώ δραστηριοποιείται και στην Ασία) στην Βραζιλία, όπου υπάρχει και άλλοι τοπικοί παίκτες, όπως οι 99Taxis και Taxija, ενώ παρουσία σε 4 βραζιλιάνικες πόλεις έχει και η Uber.

«Εμφανίστηκε ένας ανταγωνιστής που χρηματοδοτήθηκε από την Rocket Internet και ο οποίος σταμάτησε να χρεώνει τους οδηγούς. Εμείς, όπως κάνουν όλες οι αντίστοιχες εφαρμογές, προσφέρουμε δωρεάν στον επιβάτη και χρεώνουμε μία προμήθεια στον οδηγό που εισπράττει εισόδημα. Ο ανταγωνιστής δεν χρέωνε ούτε τους οδηγούς ούτε τους πελάτες», εξιστόρησε ο Ν. Δρανδάκης.

«Είχαμε έναν γιγαντιαίο στόλο 30.000 οδηγών, οι οποίοι σταδιακά έκλειναν το Taxibeat, ειδικά στις ώρες αιχμής, για να δουλέψουν για τον ανταγωνιστή χωρίς προμήθεια. Η αγορά του ταξί στην Βραζιλία είναι ρυθμισμένη ως κλειστό επάγγελμα όπως στην Ελλάδα και υπάρχει συγκεκριμένος αριθμός αδειών, άρα δεν μπορείς να βάλεις μέσα στην υπηρεσία νέους οδηγούς. Το αποτέλεσμα ήταν σε 4-5 μήνες η μείωση της προσφοράς να κάνει πολύ κακή την εμπειρία στους πελάτες κάτι που οδήγησε σε μείωση των ρυθμών ανάπτυξής μας, από 20-25% κάθε μήνα σε 0», συνέχισε.

Τότε η εταιρεία σταμάτησε και εκείνη να χρεώνει τους οδηγούς της, προκειμένου να αντεπεξέλθει στον ανταγωνισμό. Τα κεφάλαια που «έκαιγε» όμως προκειμένου να καλύψει αυτή την απώλεια εσόδων οδήγησε τον Νίκο Δρανδάκη στο να «κατεβάσει το διακόπτη» για την αγορά της Βραζιλίας πριν από έξι μήνες.

«Δεν με ενδιέφερε να ‘καίω’ το χρήμα των επενδυτών μου ή τα κέρδη από μία άλλη αγορά και έτσι αποφασίσαμε να αποσυρθούμε», ανέφερε ο Ν. Δρανδάκης.

Στόχος του ανταγωνιστή της Taxibeat ήταν να προσελκύσει όσο το δυνατόν περισσότερους οδηγούς στην δική της υπηρεσία, «σβήνοντας» όλες τις υπόλοιπες αντίστοιχες και αφού είχε κυριαρχήσει στην αγορά να ξεκινούσε τότε να χρεώνει για τη δική της υπηρεσία ως ο μοναδικός «παίκτης». Σημειώνεται ότι ο «πόλεμος τιμών» είναι μία πολύ γνωστή πρακτική στις εφαρμογές μετακινήσεων, καθώς αυτός ήταν και ο λόγος που Uber και Lyft ουσιαστικώς «έδιωξαν» την Hailo από την αμερικανική αγορά.

Τα διδάγματα για την εταιρεία, όπως ανέφερε ο συνιδρυτής της Taxibeat, ήταν πάρα πολλά. Το κυριότερο ήταν ότι αντελήφθησαν ότι η εταιρεία δεν μπορεί να υποστηρίξει το μοντέλο της, παρά την επιτυχία στην μικρότερη ελληνική αγορά, σε κλειστές, ρυθμισμένες αγορές μεγάλου μεγέθους, αλλά περισσότερο σε ανοιχτές αγορές, όπου «ο καθένας μπορεί να πιάσει ένα τιμόνι», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε για τη Λίμα. Αυτό ήταν και ο λόγος που η εταιρεία αποφάσισε να πάει στην πρωτεύουσα του Περού, όπου υπάρχει μία ανεξάντλητη πηγή οδηγών.

«Οι αγορές του εξωτερικού είναι αδίστακτες. Μόλις πας σε μία ξένη χώρα θα σε πολεμήσει η τοπική αγορά, θα δημιουργηθούν αντιγραφείς που θα προσαρμόσουν καλύτερα αυτό που κάνεις στις τοπικές ανάγκες ή θα ‘σηκώσουν’ πολλά εκατομμύρια για να χρησιμοποιήσουν. Πρέπει να είσαι πολύ καλά προετοιμασμένος. Ειδικά εάν πρόκειται για ένα μοντέλο με έντονα στοιχεία τοπικότητας πρέπει να κάνεις κάθε φορά τον ίδιο πόλεμο, με τους ίδιους πόρους, πάλι από την αρχή», υπογράμμισε εν είδει συμβουλής προς όσους Έλληνες startuppers σχεδιάζουν μία διεθνή επέκταση.

Μάθετε πρώτοι τα τελευταία νέα
Ακολουθήστε μας στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις