Τα πάντα για την ελληνική Startup Σκηνή

“Likes” και “Shares”: Ο λόγος που οι άνθρωποι εκφράζουν περισσότερη οργή στα social media

Από τον online ακτιβισμό στην αγανάκτηση, ένα φαινόμενο που υπηρεάζει την πολιτική και κοινωνική ροή των πραγμάτων, καθορίζεται από τα social media.

Οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Twitter, ενισχύουν την έκφραση ηθικής αγανάκτησης, επειδή οι χρήστες ξέρουν ότι αυτή ανταμείβεται με “likes” και “shares”, σύμφωνα με μια νέα μελέτη του Πανεπιστημίου Yale. Μια τέτοια “γλώσσα” και στάση γνωρίζουν μεγαλυ΄τερη επιρροή σε χρήστες με πολιτικά μετριοπαθείς αντιλήψεις.

“Τα κίνητρα στα social media μεταβάλλουν τον τόνο των πολιτικών συζητήσεων στο διαδίκτυο”, δήλωσε ο William Brady, μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Τμήμα Ψυχολογίας του Yale και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, σε συνεργασία με τη Molly Crockett, αναπληρώτρια καθηγήτρια ψυχολογίας στο Yale. Η έρευνα δημοσιεύτηκε στις 13 Αυγούστου στο περιοδικό Science Advances.

Η ομάδα του πανεπιστημίου μέτρησε τις εκφράσεις οργής στο Twitter κατά τη διάρκεια πραγματικών αμφιλεγόμενων γεγονότων και μελέτησε τη συμπεριφορά των υποκειμένων, μέσα από πειράματα που σχεδιάστηκαν για να ελέγξουν αν οι αλγόριθμοι των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ενθαρρύνουν την έκφραση οργής, όταν πρόκειται για ανάρτηση.

Η οργή μπορεί να λειτουργήσει υπέρ του κοινωνικού καλού, παρακινώντας την επιβολή ποινών για τυχόν παραβάσεις, προωθώντας τη μεταξύ τους συνεργασία και την κοινωνική αλλαγή. Έχει ωστόσο και μια άλλη πλευρά, που συμβάλλει στην παρενόχληση μειονοτικών ομάδων, στη διάδοση ψευδών ειδήσεων και στην πόλωση, όπως ανέφεραν οι ερευνητές.

Οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, όπως επίσης το Facebook, υποστηρίζουν ότι απλώς διαθέτουν μια ουδέτερη πλατφόρμα για συζητήσεις που διαφορετικά θα γίνονταν αλλού. Όμως, πολλοί παρατηρούν ότι τα social media ενισχύουν αυτήν την οργή.

Για να συγκεντρώσουν τα απαραίτητα στοιχεία προκειμένου να εκτιμήσουν τις πολύπλοκες κοινωνικές εκφράσεις, οι Brady και Crockett συγκρότησαν μια ομάδα που ανέπτυξε ένα λογισμικό μηχανικής μάθησης – ικανό να εντοπίζει τη λεγόμενη “ηθική οργή” σε αναρτήσεις στο Twitter.

Συγκεκριμένα, διεξήγαγαν ορισμένες μελέτες παρατήρησης των 12,7 εκατ. tweets από 7.331 χρήστες του Twitter, για να δουν αν οι χρήστες εξέφραζαν περισσότερη οργή με την πάροδο του χρόνου, και αν ναι, γιατί. Η ομάδα διαπίστωσε ότι τα κίνητρα των εν λόγω πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης αλλάζουν όντως τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι δημοσιεύουν.

Οι χρήστες που είχαν περισσότερα “likes” και “retweets” όταν εξέφραζαν την οργή τους σε ένα post ή tweet ήταν πιο πιθανό να εκφραστούν το ίδιο και σε υπόλοιπες αναρτήσεις τους. Για να επιβεβαιώσουν τα ευρήματα αυτά, οι ερευνητές διεξήγαγαν ελεγχόμενα πειράματα συμπεριφοράς που αποδεικνύουν ότι η έγκριση σε αυτόν τον τρόπο έκφρασης ώθησε τους χρήστες να μοιράζονται την οργή τους όλο και περισσότερο με άλλους ακόλουθους.

Τα παραπάνω αποτελέσματα υποδηλώνουν ακόμη μια ανησυχητική εξέλιξη σχετικά με τον ρόλο των social media και κατά πόσο συνδέονται με το διχασμό. Βρέθηκε μάλιστα ότι τα μέλη των ακραίων πολιτικών ομάδων εξέφραζαν περισσότερη οργή από ό,τι οι μετριοπαθείς πόλοι που επηρεάζονταν βέβαια πιο πολύ από την ανταπόκριση των χρηστών στις αναρτήσεις τους. Έτσι, σταδιακά οι μετριοπαθείς ομάδες μπορούν να ριζοσπαστικοποιηθούν από αντιδράσεις στα social media που επιτείνουν την οργή.

“Η αύξηση της ηθικής αγανάκτησης αποτελεί μια σαφής συνέπεια του επιχειρηματικού μοντέλου των social media, που βελτιστοποιεί η δέσμευση των χρηστών”, δήλωσε σχετικά ο Crockett.  “Δεδομένου ότι αυτή διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην κοινωνική και πολιτική αλλαγή, οι τεχνολογικές εταιρείες, μέσω του σχεδιασμού των πλατφορμών τους, καθορίζουν την επιτυχία ή την αποτυχία των συλλογικών κινημάτων”, συμπλήρωσε.

Επομένως, τα social media δεν αντανακλούν απλώς το τι συμβαίνει στην κοινωνία αλλά παράγουν κίνητρα που αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο οι χρήστες αντιδρούν στα πολιτικά γεγονότα. Οι επιπτώσεις εναπόκειται πλέον στους πολιτικούς που χρησιμοποιούν τις πλατφόρμες και τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής που εξετάζουν αν θα πρέπει να τις ρυθμίσουν.

Πηγή: YaleNews

Μάθετε πρώτοι τα τελευταία νέα
Ακολουθήστε μας στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις