Τα πάντα για την ελληνική Startup Σκηνή

Δεν εισπνέουν όλοι οι Ευρωπαίοι τον ίδιο αέρα

Πρόκειται για την πρώτη μεγάλης κλίμακας μελέτη που συγκέντρωσε συγκρίσιμα δεδομένα για αιωρούμενα μικροσωματίδια σε 21 τοποθεσίες στην Ευρώπη (αγροτικές, παραθαλάσσιες ή πάνω σε βουνά και σε μεγάλες πόλεις) για ένα ολόκληρο έτος, στο χρονικό διάστημα 2011 και 2015 ανάλογα με τη χώρα.

Στο άκουσμα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης το μυαλό όλων μας πηγαίνει στις  καμινάδες των εργοστασίων και στα ρυπογόνα παλιά αυτοκίνητα. Ωστόσο, πολλές από τις τοξικές ουσίες προέρχονται από τα τζάκια και τις ξυλόσομπες. Μελέτη ερευνητών από όλη την ΕΕ με επικεφαλής τον Marek Maasikmets από το Εσθονικό Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο Atmospheric Environment δείχνει ότι πυκνοκατοικημένες συνοικίες στις ευρωπαϊκές πόλεις όπου τα σπίτια θερμαίνονται με ξύλα μπορεί να παράγουν τέτοια ποσότητα επιβλαβών αερίων, όσο παράγουν μερικές κινεζικές πόλεις που φημίζονται για την μόλυνση της ατμόσφαιρας. Πρόκειται για την πρώτη μεγάλης κλίμακας μελέτη που συγκέντρωσε συγκρίσιμα δεδομένα για αιωρούμενα μικροσωματίδια σε 21 τοποθεσίες στην Ευρώπη (αγροτικές, παραθαλάσσιες ή πάνω σε βουνά και σε μεγάλες πόλεις) για ένα ολόκληρο έτος, στο χρονικό διάστημα 2011 και 2015 ανάλογα με τη χώρα.

Σύμφωνα με τη μελέτη, και όπως ήταν αναμενόμενο άλλωστε, ο καθαρότερος αέρας βρίσκεται στα υψηλότερα εδάφη, στα βουνά και στη θάλασσα όπου ο άνεμος διώχνει τις τοξίνες πιο μακριά. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις  μισές από τις τοποθεσίες  που μελετήθηκαν η ποσότητα των εισπνεόμενων μικροσωματιδίων έχει ξεπεράσει κατά πολύ την οριακή τιμή που ορίζουν οι κατευθυντήριες γραμμές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.

Οι επιστήμονες εντόπισαν διαφορές μεταξύ της Βόρειας, της Νότιας και της κεντρικής Ευρώπης.

Εκτός από τα φυσικά αιωρούμενα μικροσωματίδια που εισπνέουμε (π.χ. θαλασσινό αλάτι ή σκόνη του εδάφους), εισπνέουμε και βιομηχανικά μικροσωματίδια στα οποία κυριαρχεί ο άνθρακας, τα οποία συχνά εκπέμπονται στον αέρα μέσω της καύσης άνθρακα, μαζούτ, βιομάζας ή απορριμμάτων και  θεωρούνται ως ένας από τους πιο ρυπογόνους παράγοντες στον αέρα.

Στη κεντρική Ευρώπη εντοπίστηκαν σε αστικές περιοχές περισσότερα νιτρικά άλατα από ότι στη Βόρεια και στη Νότια Ευρώπη, τα οποία εκπέμπονται από γεωργικές δραστηριότητες, αλλά και από την κυκλοφορία των οχημάτων, ενώ βρέθηκε λιγότερο θειικό άλας, το οποίο παράγεται από χημικές αντιδράσεις στην ατμόσφαιρα, κυρίως από ανθρωπογενείς πηγές και ηφαίστεια, και από βιογενείς εκπομπές, ιδιαίτερα από το θαλάσσιο πλαγκτόν.

Σημαντικοί κύκλοι οργανικών, θειικών και νιτρικών αλάτων μπορούν να παρατηρηθούν στην πλειονότητα των τοποθεσιών τόσο το χειμώνα όσο και το καλοκαίρι. Ελάχιστα οργανικά στοιχεία νωρίς το πρωί σε συνδυασμό με μέγιστα νιτρικά είναι κοινά χαρακτηριστικά σε περιφερειακές και αστικές τοποθεσίες, ενώ οι ημερήσιες διακυμάνσεις είναι πολύ μικρότερες σε έναν αριθμό παράκτιων και αγροτικών τοποθεσιών. Ανάλογα με τις εποχές τα οργανικά μικροσωματίδια που προέρχονται κυρίως από νεκρά κύτταρα και  γύρη, αυξάνονται κατά την άνοιξη και το καλοκαίρι στη Βόρεια Ευρώπη. Η μελέτη έδειξε επίσης αύξηση των θειικών αλάτων κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, ειδικά σε αστικές και βιομηχανικές περιοχές.

Είναι ενδιαφέρον ότι η ποσότητα των οργανικών ενώσεων καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους δεν μεταβάλλεται δραματικά. Αυτό θα μπορούσε εξηγηθεί από τη μεγάλη ποικιλία πηγών οργανικών αερολυμάτων με αντίθετους εποχιακούς κύκλους: κατά τους ψυχρότερους μήνες, τα ξύλα καίγονται για οικιακή θέρμανση, ενώ κατά τους θερμότερους μήνες, τα φυτά  απελευθερώνουν δευτερογενή βιογενή αερολύματα. Συνολικά, είναι σαφές ότι δεν ευθύνονται μόνο οι μεγάλες βιομηχανίες και τα εργοστάσια για την ατμοσφαιρική ρύπανση. Τα νοικοκυριά που καίνε απορρίμματα και ξύλα φαίνεται να έχουν πιο σημαντικό αντίκτυπο στην ποιότητα του αέρα μας από ό,τι πιστεύαμε προηγουμένως.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας σε συστάσεις του για την ποιότητα του αέρα τον Οκτώβριο του 2021 ανέφερε ότι  η βαρύτητα των ασθενειών που αποδίδονται στην ατμοσφαιρική ρύπανση εκτιμάται πλέον στο ίδιο επίπεδο με άλλους σημαντικούς κινδύνους για την υγεία παγκοσμίως, όπως η ανθυγιεινή διατροφή και το κάπνισμα, και αναγνωρίζεται πλέον ως η μοναδική μεγαλύτερη περιβαλλοντική απειλή για την ανθρώπινη υγεία.

Το 2017, περισσότεροι από 370.000 πρόωροι θάνατοι αποδόθηκαν σε μακροχρόνια έκθεση σε PM2,5 (μικροσωματίδια με διάμετρο κάτω από 2.5 μm), ενώ  χάθηκαν 3,8 εκατομμύρια χρόνια ζωής (3 ημέρες/κάτοικο). Πρόσφατα, η σχέση μεταξύ της βραχυπρόθεσμης έκθεσης σε αιωρούμενα μικροσωματίδια και της ημερήσιας θνησιμότητας επιβεβαιώθηκε επίσης από την αξιολόγηση δεδομένων από περισσότερες από 600 πόλεις σε όλο τον κόσμο, εκ των οποίων περισσότερες από 100 είναι στην Ευρώπη. Τα αιωρούμενα μικροσωματίδια δεν έχουν μόνο αναπνευστικές και καρδιαγγειακές ανεπιθύμητες ενέργειες, αλλά έχουν επίσης ταξινομηθεί ως καρκινογόνα για τον άνθρωπο από τον Διεθνή Οργανισμό Έρευνας για τον Καρκίνο από το 2013. Το θετικό είναι ότι η ΕΕ έχει εργαστεί για καθαρότερο αέρα τις τελευταίες τρεις δεκαετίες και υπάρχουν ορισμένες βελτιώσεις, οι οποίες φάνηκαν επίσης σε αυτή τη μελέτη.

Μάθετε πρώτοι τα τελευταία νέα
Ακολουθήστε μας στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις