Τα πάντα για την ελληνική Startup Σκηνή

Moosend: Η πρωτοπόρος εταιρεία του email marketing που κατέκτησε τον κόσμο!

“Μπορεί στις μέρες μας τεχνολογίες όπως το ΑΙ, τα αυτόνομα κινούμενα οχήματα κ.ά. να προσελκύουν τα βλέμματα, την περιέργεια και το ενδιαφέρον του κοινού, εντούτοις όσες Startups δραστηριοποιούνται στον εν γένει τομέα του marketing είναι αυτές που επιτυγχάνουν τα μεγαλύτερα, τα πιο προσοδοφόρα, αλλά και τα πλέον επιτυχημένα exits!” Αυτό είχε δηλώσει το 2019 στο Startupper MAG ο Γιάννης Ψαρράς, COO της Moosend, και τα λόγια του αποδείχτηκαν μάλλον… προφητικά!

Την Τετάρτη, η γνωστή ελληνική πλατφόρμα email marketing ανακοίνωσε ότι εξαγοράστηκε από την Sitecore,  μια εταιρεία διαχείρισης “customer experience” με έδρα τη Δανία που παρέχει υπηρεσίες διαχείρισης περιεχομένου και λογισμικό αυτοματοποιημένου μάρκετινγκ για το λιανεμπόριο. Υπέγραψε έτσι, το δικό της επιτυχημένο exit, και έκανε το επόμενο μεγάλο βήμα στην πορεία της στην παγκόσμια αγορά.

Ο δρόμος για την επιτυχία δεν ήταν σίγουρα απλός, ούτε και σύντομος καθώς η Moosend διανύει τον ένατο χρόνο λειτουργίας της, ήταν όμως γεμάτος μαθήματα και κατακτήσεις – κι αυτό γιατί πάντα οι δύο founders είχαν όραμα και πάθος για τη δουλειά τους. Η ιστορία τους ξεκίνησε όταν και οι δύο ήταν έμπειροι επαγγελματίες και είχαν διανύσει χρόνια στον επαγγελματικό στίβο.

Ο κ. Ψαράς εργαζόταν επί σειρά ετών στην Αγγλία κατέχοντας πολλαπλές θέσεις ευθύνης και σε διαφορετικούς τομείς σε κορυφαία χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όπως είναι π.χ. οι Goldman Sachs και JP Morgan. Από την πλευρά του, ο έτερος ιδρυτής Παναγιώτης Μελισσαρόπουλος, υπήρξε στέλεχος κατασκευαστικής εταιρείας, αλλά και ιδιοκτήτης μιας επιχείρησης αντιπροσώπευσης και εμπορίας χειροποίητων παπουτσιών για χορευτές ταγκό!

Μαζί, είδαν το κενό αλλά και τις ευκαιρίες που έκρυβε ο χώρος του μάρκετινγκ και αποφάσισαν να τολμήσουν, δημιουργώντας μια εξευρωπαϊσμένη εκδοχή του αμερικανικού Mailchimp, που τότε δεν υπήρχε στην Ευρώπη. Κάπως έτσι, γεννήθηκε η Moosend – και η αναγνώριση δεν άργησε να έρθει. Γρήγορα, η εταιρεία άρχισε να κατακτά μικρά μερίδια αγοράς τόσο εντός των συνόρων, όσο και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και να “μεγαλώνει” το προϊόν της, μετατρέποντάς το από ένα απλό e-mail marketing προϊόν σε μια πληρέστερη marketing stack λύση, μέσω της οποίας ο πελάτης θα μπορούσε να πραγματοποιήσει μια σειρά από αυτοματοποιήσεις, να τις συνδέσει με το online κατάστημά του αποστέλλοντας οτιδήποτε επιθυμεί με αυτοματοποιημένο τρόπο, να δημιουργεί ένα pattern συμπεριφοράς των δικών του πελατών κ.ο.κ.

“Ουσιαστικά, δομήσαμε ένα ολοκληρωμένο marketing προϊόν, το οποίο εκ φύσεως αντικαθιστούσε μια σειρά από επιμέρους άλλες λύσεις που λειτουργούσαν με τη μορφή των καθετοποιημένων όσο και των αποκομμένων από την υπόλοιπη επιχείρηση προϊόντων. Τα γνωστά silos! ” είχε πει στο Startupper Mag ο κ. Μελισσαρόπουλος εξηγώντας τη φύση της Moosend και όπως αποδεικνύεται, το σκεπτικό αυτό ήταν εξαρχής πολύ σωστό. Με την “αναβάθμισή” της σε αυτό που περιγράφει ο συνιδρυτής της, η Moosend κατάφερε να προσελκύσει μεγάλα brands όπως Gucci, Conde Nast Ασίας, Domino’s, Sephora, Εθνική Τράπεζα, Wind, και Intersport και να εδραιωθεί σε διεθνείς αγορές, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο.

Ταυτόχρονα, όλα αυτά τα χρόνια, η Moosend μεγάλωνε σταθερά το τζίρο της ο οποίος μέχρι το 2019 είχε φτάσει σε επταψήφιο αριθμό και συνέχισε να εξελίσσει τη λύση της επενδύοντας συνεχώς σε τεχνολογίες αιχμής. Η τεχνητή νοημοσύνη και η μηχανική μάθηση έγιναν σύμμαχοί της και η λύση της μετατράπηκε σε “σταθμό” τόσο για τους αυτοματισμούς γύρω από το μάρκετινγκ όσο και για τις καινοτόμες λειτουργίες αλληλεπίδρασης εταιρειών με το κοινό τους.

Έτσι, δεν προκάλεσε σε κανέναν έκπληξη το γεγονός ότι η Sitecore ήθελε να την αποκτήσει. Η εταιρεία, ως μια από τις ηγετικές παρουσίες του χώρου, δήλωσε ότι η Moosend πρόκειται να συμπληρώσει τις υπηρεσίες της δημιουργώντας μια υπερδύναμη με όχημα την εξατομίκευση. Επομένως, τα καλύτερα μάλλον έπονται για τη Moosend που πλέον θα λειτουργεί ως κομμάτι ενός μεγαλύτερου παίκτη. Σε εμάς, βέβαια, ούτε αυτό κάνει εντύπωση γιατί ξέρουμε ότι η εταιρεία δεν θα συνεργαζόταν ποτέ με κάποιον που δεν θα την αναβάθμιζε στρατηγικά.

Το είχε δηλώσει άλλωστε από παλιά ο κ. Ψαρράς: “Δεν θα μας ενδιέφερε να συνεργαστούμε με κάποιον επενδυτή, ο οποίος το μόνο που θα είχε να προσφέρει θα ήταν χρήματα σε έναν τραπεζικό λογαριασμό. Γιατί, ξέρετε, σε αυτήν την περίπτωση μπορούμε να αναζητήσουμε τραπεζικό δανεισμό…”.

Μάθετε πρώτοι τα τελευταία νέα
Ακολουθήστε μας στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις